Episodes

  • Τον Μάιο του 1998, η Λίζα Βαλντέζ ήταν 36 ετών, εργαζόταν ως προγραμματίστρια υπολογιστών κι έμενε μόνη της σε μια μια περιφραγμένη κοινότητα στο Σαν Φρανσίσκο. Το Σαββατόβραδο της 16ης Μαΐου οργάνωσε στο μικρό της στούντιο ένα δείπνο με συγγενείς. Μετά, η μητέρα της Έλεν έμεινε για να βοηθήσει να συμμαζέψουν και πήγε αργότερα στο σπίτι της. Όταν η Έλεν δεν είχε νέα από την κόρη της την επόμενη μέρα, ούτε τη μεθεπόμενη, ανησύχησε. Η ανησυχία της μεγάλωσε όταν επικοινώνησαν μαζί της οι εργοδότες της Λίζας και την ενημέρωσαν ότι η Λίζα δεν είχε εμφανιστεί στη δουλειά, κάτι πολύ ασυνήθιστο για εκείνη.

    Τη Δευτέρα, 18 Μαΐου 1998, η Έλεν πήγε στο διαμέρισμα της Λίζας και βρήκε ταινία της αστυνομίας γύρω από το κτίριο. Ο διαχειριστής είχε δεχτεί διαμαρτυρίες από πολλούς ενοίκους για μια άσχημη μυρωδιά και είχε μπει στο διαμέρισμα της Λίζας. Εκεί, ανακάλυψε το πτώμα της πεσμένο μπρούμυτα στο πάτωμα με τα πόδια ανοιχτά σε προχωρημένη αποσύνθεση. Η Λίζα ήταν ημίγυμνη, ανάμεσα στο πόδια του κρεβατιού και την πόρτα του διαμερίσματος. Η σκηνή έδειχνε ότι πριν τον βάναυσο θάνατό της είχε προηγηθεί άγρια πάλη. Είχε μαχαιρωθεί 21 φορές στο πάνω μέρος του σώματός της και η μπλούζα της ήταν σηκωμένη πάνω από το κεφάλι της. Ένας από τους αστυνομικούς ντετέκτιβ που αντίκρισαν πρώτοι τη σκηνή είπε ότι δεν θα την ξεχάσει ποτέ, ότι ήταν ασυνήθιστο να έχουν μια γυναίκα θύμα που είχε δολοφονηθεί τόσο άγρια. Φαινόταν ότι ο δολοφόνος είχε σκοπό να την εξευτελίσει και να την ταπεινώσει, ακόμη και πεθαμένη.

    Λόγω έλλειψης στοιχείων, η υπόθεση μπήκε στο αρχείο και έμεινε ανεξιχνίαστη για περισσότερα από 10 χρόνια, ωστόσο, οι αστυνομικοί που είχαν ασχοληθεί από την αρχή με τη δολοφονία δεν ξέχασαν ποτέ τη Λίζα Βαλντέζ. Το 2011, το προφίλ DNA από την υπόθεση της Λίζας κυκλοφόρησε ξανά μέσω του CODIS, με αποτέλεσμα να βρεθεί αντιστοίχιση.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound Design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Τρεις δεκαετίες, ο τρόμος στο Wichita του Kansas ήταν τρία γράμματα: «BTK». Ήταν η υπογραφή του δολοφόνου, που σήμαινε (Δένω-Βασανίζω-Σκοτώνω). Το επέλεξε ο ίδιος ο δολοφόνος, ώστε να γνωρίζουν όλοι τι έκανε σε εκείνους που είχε σκοτώσει και τι να περιμένουν, αν ερχόταν η σειρά τους.

    Μεταξύ 1974 και 1991 ο «BTK» σκότωσε 10 ανθρώπους: έναν άνδρα, επτά γυναίκες και δύο παιδιά. Δεν ήταν επιλεκτικός στην επιλογή των θυμάτων του και δεν είχε έναν συγκεκριμένο τύπο. Χρειάστηκε να περάσουν 14 χρόνια από την τελευταία δολοφονία του για να αποκαλυφθεί η ταυτότητά του. Στις 26 Φεβρουαρίου 2005, η αστυνομία ανακοίνωσε ότι είχε συλλάβει τον «BTK». Τον Dennis Lynn Rader.

    Στις 15 Ιανουαρίου 1974 ο Charlie Otero που ήταν 15 ετών επέστρεψε στο σπίτι από το σχολείο και βρήκε τα πτώματα της μητέρας, του πατέρα και δύο αδελφών του, της 11χρονης Josephine και του 9χρονου Joseph. Ο 38χρονος πατέρας του και ο αδελφός του είχαν πεθάνει από ασφυξία (είχαν πλαστικές σακούλες περασμένες και δεμένες στο κεφάλι). Η 34χρονη μητέρα του είχε στραγγαλιστεί με ένα σχοινί και η αδερφή του είχε στραγγαλιστεί και στη συνέχεια ο δολοφόνος την είχε κρεμάσει στο υπόγειο.

    Τέσσερις μήνες μετά, η 21χρονη Kathryn Bright και ο 19χρονος αδελφός της Kevin δέχτηκαν επίθεση, όταν επέστρεψαν στο σπίτι τους στις 4 Απριλίου 1974. Ο εισβολέας ανάγκασε τον αδελφό της Bright να τη δέσει στο μπροστινό υπνοδωμάτιο και μετά τον περιόρισε σε άλλο δωμάτιο. Αφού έψαξε το σπίτι, ο εισβολέας προσπάθησε να στραγγαλίσει τον Kevin, εκείνος αντιστάθηκε, αλλά ο εισβολέας τον πυροβόλησε δυο φορές. Ο Kevin προσποιήθηκε ότι ήταν νεκρός και όταν ο εισβολέας βγήκε από το δωμάτιο, δραπέτευσε. Κατάφερε να βγει στον δρόμο και να ζητήσει βοήθεια. Τον μετέφεραν στο νοσοκομείο. Εκεί έμαθε ότι η αδελφή του είχε δολοφονηθεί. Η Kathryn Bright βρέθηκε μισόγυμνη, μαχαιρωμένη στην κοιλιά και στραγγαλισμένη. Όταν τη μετέφεραν στο νοσοκομείο, ήταν πλέον αργά.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound Design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Episodes manquant?

    Cliquez ici pour raffraichir la page manuellement.

  • Η Βέλμα Μπάρφιλντ (Μπουλάρντ, το πατρικό της) ήταν η πρώτη κόρη ενός αγρότη και μιας νοικοκυράς από τα 9 παιδιά που έκαναν μαζί. Όταν γεννήθηκε, στις 29 Οκτωβρίου 1932, η οικογένεια ζούσε σε ένα άβαφο ξύλινο σπίτι στην αγροτική Νότια Καρολίνα. Το σπίτι δεν είχε ούτε ρεύμα ούτε τρεχούμενο νερό. Οι γονείς του πατέρα ζούσαν στο ίδιο σπίτι, όπως και η ανάπηρη από πολιομυελίτιδα αδερφή του. Καθώς η Μεγάλη Ύφεση χειροτέρευε, ο πατέρας ήταν αδύνατο να βγάλει τα προς το ζην πουλώντας το βαμβάκι και τον καπνό που καλλιεργούσε. Βρήκε δουλειά ως υλοτόμος σε πριονιστήριο και μετέφερε την οικογένειά του σε ένα μικροσκοπικό σπίτι πιο κοντά στην πόλη. Όταν γεννήθηκε το τρίτο παιδί της οικογένειας, ο πατέρας έπιασε δουλειά σε κλωστοϋφαντουργείο και μετέφερε την οικογένεια πίσω στο σπίτι όπου είχαν μείνει οι γονείς του, που σύντομα πέθαναν.

    Η οικογένεια είχε παραδοσιακές, πατριαρχικές αρχές. Ο πατέρας ήταν αυταρχικός, οργιζόταν εύκολα και έπινε όταν δεν κατάφερνε να επιβάλει πειθαρχία στα πολλά παιδιά του -που δε γλίτωναν τις ξυλιές του με καλάμια ή με τη ζωστήρα του. Η γυναίκα του ήταν η υποτακτική σύζυγος. Ένα πράγμα που τον θύμωνε ιδιαίτερα ήταν τα έξυπνα και φλύαρα παιδιά -τόσο το μεγαλύτερο αγόρι του, όσο και η πρώτη κόρη του η Βέλμα.

    Η Βέλμα Μπάρφιλντ δυσανασχετούσε με την υποχωρητική στάση της μητέρας της που κινδύνευε συχνά να δεχτεί και η ίδια τις γροθιές του, επειδή ήταν ένας παθολογικά ζηλιάρης σύζυγος και ταυτόχρονα κατάφωρα άπιστος. Κάθε φορά που η Βέλμα έτρωγε ξύλο από τον μπαμπά της, στενοχωριόταν τόσο με την παθητική στάση της μαμάς της, που έβλεπε και δεν έκανε τίποτα, όσο και με τον επιθετικό μπαμπά της.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound Design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Στις 3 Νοεμβρίου 1984, είχε υπάρξει μια απαγωγή, το θύμα είχε αφεθεί ελεύθερο και είχε καταθέσει στην αστυνομία. Θύμα ήταν η 17χρονη Λίζα Μακβέι που, καθώς επέστρεφε στο σπίτι από τη δουλειά, ο απαγωγέας κρυμμένος στους θάμνους την είχε αρπάξει από το ποδήλατό της. Είχε όπλο και μαχαίρι και την έβαλε με τη βία στο αυτοκίνητό του. Τη διέταξε να γδυθεί και να του κάνει στοματικό σεξ. Στη συνέχεια την οδήγησε στο διαμέρισμά του όπου την κράτησε όμηρο επί 26 ώρες και τη βίαζε επανειλημμένα, της έλεγε ότι δεν θα της κάνει κακό και μάλιστα την πήρε να κάνουν ντους μαζί. Η Λίζα ήταν βέβαιη ότι σκόπευε να τη σκοτώσει, αλλά, αν τυχόν γλίτωνε, σκόπευε να αναζητήσει αυτόν τον άνθρωπο. Γι’ αυτό προσπαθούσε να συγκρατήσει στη μνήμη της ό,τι μπορούσε από τα λίγα πράγματα που έβλεπε, αφού της είχε τα μάτια δεμένα.

    Η Λίζα ήταν από μικρή θύμα σεξουαλικής κακοποίησης από συγγενείς της και ήξερε να επιβιώνει. Προσπάθησε να τον καλμάρει όποτε την αποκαλούσε «σκρόφα» και τα κατάφερε. Σε λίγες ώρες την αποκαλούσε «μωρό». Αλλά τότε φάνηκε ότι έχανε το ενδιαφέρον του για εκείνη. Η Λίζα όμως δεν ήξερε τι σκοπό είχε όταν την έβαλε με δεμένα μάτια στο αυτοκίνητό του. Τον ικέτευε να μην τη σκοτώσει. Μετά από οδήγηση λίγων λεπτών, σταμάτησε το αμάξι, άνοιξε την πόρτα και της είπε ότι ήταν ελεύθερη. Η Λίζα γύρισε τρέχοντας στο σπίτι της, ξύπνησε τον πατέρα της, κάλεσαν την αστυνομία και έδωσε όσα στοιχεία θυμόταν για τον απαγωγέα. Οι ερευνητές της αστυνομίας που ασχολούνταν με τον σίριαλ κίλερ στη Φλόριντα δεν συνειδητοποίησαν ότι η Λίζα θα τους οδηγούσε στον δολοφόνο, παρά μόνο όταν η εξέταση από το εργαστήριο του FBI στα ρούχα της ανέφερε κόκκινες ίνες χαλιού.

    Η ειδική Ομάδα Κρούσης που είχε σχηματιστεί από την αστυνομία της Τάμπα ενημερώθηκε για όλα τα στοιχεία που παρείχε η Μακβέι. Ήξεραν τώρα τα χαρακτηριστικά του δολοφόνου, ότι οδηγούσε ένα κόκκινο Dodge Magnum και την περιοχή που κυκλοφορούσε − ωστόσο, εκείνος συνέχιζε να σκοτώνει. Στις 17 Νοεμβρίου δύο ντετέκτιβ που περιπολούσαν εντόπισαν το κόκκινο αμάξι κι έλεγξαν τα στοιχεία του οδηγού. Λεγόταν Ρόμπερτ (Μπόμπι) Τζο Λονγκ και η διεύθυνσή του ήταν στην περιοχή όπου έψαχνε η αστυνομία το διαμέρισμα του δολοφόνου. Του είπαν ότι έψαχναν έναν ύποπτο ληστείας και έτσι συνεργάστηκε, τους άφησε να τον φωτογραφίσουν και ανακουφίστηκε όταν τον άφησαν να φύγει. Αλλά η σύλληψή του ήταν ζήτημα ημερών.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound Design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Ο Ματουρίνο Ρεζέντεζ ήταν ένας Μεξικανός κατά συρροή δολοφόνος, ύποπτος για τουλάχιστον 23 δολοφονίες στις ΗΠΑ και το Μεξικό κατά τη δεκαετία του 1990. Χρησιμοποιούσε τα τρένα για να μετακινείται λαθραία από πολιτεία σε πολιτεία των ΗΠΑ και τα περισσότερα εγκλήματά του διαπράχθηκαν κοντά σε σιδηροδρομικούς σταθμούς, γι’ αυτό έγινε γνωστός ως «Ο Δολοφόνος των Σιδηροδρόμων».

    Το 1986, ο Ρεζέντεζ σκότωσε το πρώτο του θύμα: μια άγνωστη άστεγη γυναίκα στο Τέξας. Αλλά μόνο όταν σκότωσε δύο έφηβους το 1997 κοντά σε σιδηροδρομικές γραμμές στην κεντρική Φλόριντα, οι αστυνομικοί ερευνητές συνέδεσαν αυτές τις δολοφονίες με τα προηγούμενα εγκλήματά του και συνειδητοποίησαν ότι είχαν στα χέρια τους έναν κατά συρροή δολοφόνο.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound Design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Το βράδυ της 29ης Οκτωβρίου 2007 ένα πλαστικό κοντέινερ, σαν αυτά που χρησιμοποιούνται για αποθήκευση και μετακόμιση, επέπλεε στον κόλπο του Γκάλβεστον στο Τέξας. Ο ψάρας που το συνέλεξε στη βάρκα του κάλεσε την αστυνομία, όταν είδε ότι μέσα ήταν ένα παιδικό παπουτσάκι και τυλιγμένο σε σακούλες σκουπιδιών ήταν κάτι που έμοιαζε με πτώμα. Ο ιατροδικαστής που το εξέτασε αποφάνθηκε ότι επρόκειτο για πτώμα κοριτσιού 2-5 ετών που στο κρανίο έφερε τρία κατάγματα. Η έρευνα συνεχίστηκε ως υπόθεση ανθρωποκτονίας. Η έκταση των τραυματισμών ήταν τόσο μεγάλη, όση θα ήταν αν το κορίτσι είχε πέσει από ταράτσα. Δεν υπήρχαν στοιχεία για προσδιορισμό της ταυτότητας και ανατέθηκε σε ζωγράφο -συνεργάτη δικαστικού ανθρωπολόγου- να απεικονίσει κατά προσέγγιση την εμφάνιση του θύματος εν ζωή. Όσο το θύμα δεν είχε ταυτότητα και επειδή ήταν μικρής ηλικίας, οι αρχές το ακοκαλούσαν «Baby Grace» (μικρή Θεία Χάρη).

    Στην προσπάθειά διακρίβωσης της ταυτότητας του θύματος, η αστυνομία σύγκρινε το DNA της μικρής με το DNA γνωστών εξαφανισμένων κοριτσιών της ίδιας ηλικίας (μέχρι και της Μαντλίν ΜακΚαν που είχε απαχθεί πρόσφατα στην Πορτογαλία και η υπόθεση είχε προβληθεί διεθνώς). Παράλληλα έδωσε πολύ μεγάλη δημοσιότητα μέσω της τηλεόρασης, προβάλλοντας το σκίτσο της «Baby Grace» σε όλα τα εθνικά δίκτυα. Μέσα σε τρεις μέρες αναγνωρίστηκε από τη γιαγιά της -από τη μεριά του πατέρα της- που ανέφερε στις αρχές ότι το σκίτσο έμοιαζε με την εγγονή της, Ράιλι Ανν Σόγιερς. Η εξέταση DNA επιβεβαίωσε αργότερα, στις 30 Νοεμβρίου 2007, ότι πράγματι τα λείψανα ήταν του παιδιού, όπως είχαν ήδη υποψιαστεί οι αρχές από τα λεγόμενα της γιαγιάς της Ράιλι.

    Ήταν καλή μαθήτρια, αλλά μετά την εγκυμοσύνη οι βαθμοί της άρχισαν να πέφτουν. Το σχολείο, όπως πολλά σχολεία στις ΗΠΑ, είχε υιοθετήσει ένα πρόγραμμα (ονομάζεται GRADS) για έγκυες μαθήτριες και τους φίλους τους. Η Τρένορ και ο Σόγιερς εγγράφηκαν και οι δύο και έμαθαν βασικές γονικές δεξιότητες -η ιδέα είναι να δημιουργηθεί ένα σύστημα υποστήριξης για τις έγκυες έφηβες και τους φίλους τους, ώστε να παραμείνουν στο σχολείο.

    Υπόθεση: Baby Grace

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη


  • Στις 11 Φεβρουαρίου 2023, η Μπριάνα Τζάι, μια 16χρονη διεμφυλική Βρετανίδα από το Μπέρτσγουντ στη βόρεια Αγγλία μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου στο δημοτικό πάρκο Λίνιαρ. Η Μπριάνα ήταν μαθήτρια στο γυμνάσιο του Μπέρτσγουντ. Είχε γεννηθεί αγόρι και είχε την αγάπη και συμπαράσταση των γονιών της σε όλη τη διάρκεια της φυλομετάβασής της. Σύμφωνα με τους φίλους της, η Μπριάνα συχνά βοηθούσε νεότερα τρανς κορίτσια που ήθελαν ασφάλεια και νόμιμη πρόσβαση σε ορμονική θεραπεία. Ωστόσο, κατά καιρούς αντιμετώπιζε τρανσφοβική παρενόχληση και εκφοβισμό.

    Το απόγευμα της 11ης Φεβρουαρίου 2023, η Τζάι βρέθηκε με πολλαπλά τραύματα από μαχαίρι σε ένα μονοπάτι στο πάρκο Λίνιαρ. Η Άμεση Δράση κλήθηκε στις 3:13 και οι διασώστες προσπάθησαν μάταια να σώσουν την ετοιμοθάνατη Μπριάνα. Στις 4:02 διαπιστώθηκε ο θάνατός της. Διατάχτηκε νεκροψία για να διαπιστωθεί η αιτία θανάτου. Την επόμενη μέρα συνελήφθησαν ταυτόχρονα στα σπίτια τους η Σκάρλετ Τζέκινσον και ο Έντι Ράτκλιφ, ηλικίας 15 ετών. Σύμφωνα με την αστυνομία η δολοφονία της Μπριάνα Τζάι ήταν στοχευμένη επίθεση, αλλά όπως έλεγε, «προς το παρόν, δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι οι συνθήκες γύρω από τον θάνατο της Μπριάνα σχετίζονται με μίσος». Ωστόσο, στις 14 Φεβρουαρίου, η αστυνομία είπε ότι ερευνούσε «προς όλες τις κατευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένου του εάν η επίθεση ήταν έγκλημα μίσους». Στις 15 Φεβρουαρίου 2023, η εισαγγελέας είπε ότι η επίθεση στη Μπριάνα Τζάι ήταν «εξαιρετικά βάναυση και τιμωρητική». Η Τζάι είχε μαχαιρωθεί 28 φορές, στο κεφάλι, τον λαιμό, το στήθος και την πλάτη της.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Στις 17 Νοεμβρίου 1972, ο 26χρονος Άντονι Μπέικλαντ κάλεσε την αστυνομία από το ρετιρέ του στο Λονδίνο λέγοντας ότι η μητέρα του, η 51χρονη Μπάρμπαρα Μπέικλαντ «είχε πέσει πάνω σε ένα μαχαίρι». Όταν έφτασαν οι βρετανοί αστυνομικοί στον τόπο του εγκλήματος βρήκαν τη μητέρα του μαχαιρωμένη στο πάτωμα της κουζίνας, ενώ ο Άντονι ήταν στο υπνοδωμάτιο και έκανε ήρεμα τηλεφωνική παραγελία για κινέζικο φαγητό.

    Ο Άντονι νοσηλευόταν στo ψυχιατρικό νοσοκομείο υψηλής ασφαλείας Broadmoor Hospital μέχρι τις 21 Ιουλίου 1980, όταν, μετά από πιέσεις ομάδας φίλων, αφέθηκε ελεύθερος. Ο Άντονι ήταν τότε 33 ετών και πήγε αμέσως αεροπορικώς στη Νέα Υόρκη για να μείνει με την 87χρονη γιαγιά του, Νίνι Ντέιλι.

    Συνελήφθη και κατηγορήθηκε για απόπειρα φόνου. Φυλακίστηκε στο νησί Ρίκερς και μετά από οκτώ μήνες αξιολόγησης από ψυχιατρική ομάδα, ανέμενε να αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση όταν γινόταν η προανάκριση στις 20 Μαρτίου 1981. Ωστόσο, η υπόθεση αναβλήθηκε επειδή δεν μεταφέρθησαν εγκαίρως τα ιατρικά του αρχεία από την Αγγλία. Ο Άντονι επέστρεψε στο κελί του και μισή ώρα αργότερα βρέθηκε νεκρός.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Ο Ρόμπερτ Ντερστ καταδικάστηκε στις 14 Οκτωβρίου 2021 σε ισόβια κάθειρξη χωρίς δυνατότητα αποφυλάκισης για τη δολοφονία της Σούζαν Μπέρμαν. Αμέσως μετά κατηγορήθηκε για τη δολοφονία της συζύγου του, Κάθλιν Ντερστ το 1982. Αλλά πριν γίνει η δίκη, πέθανε από καρδιακή ανακοπή στις 10 Ιανουαρίου 2022, σε ηλικία 78 ετών, ενώ νοσηλευόταν σε εξωτερικό νοσοκομείο.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Ο Ρόμπερτ (Μπομπ) Φράτα είναι ο πρώτος άνθρωπος που εκτελέστηκε το 2023 στο Τέξας, και συγκεκριμένα στις 10 Ιανουαρίου. Είχε καταδικαστεί σε θάνατο επειδή πλήρωσε δύο άτομα για να σκοτώσουν την εν διαστάσει σύζυγό του.

  • Στη Βόρεια Ουαλία τις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80 είχαν σημειωθεί πολλές άγριες επιθέσεις εναντίον ανδρών, οι οποίες έμεναν ανεξιχνίαστες, όταν τον Δεκέμβριο του 1995 η αστυνομία άρχισε να ανακαλύπτει πτώματα ανδρών που είχαν βασανιστεί και δολοφονηθεί βίαια. Η έρευνα οδήγησε στον Πίτερ Μουρ, ευγενικό κι αξιοσέβαστο ιδιοκτήτη πολλών κινηματογράφων της περιοχής. Φορώντας το σήμα κατατεθέν του, τα μαύρα δερμάτινα ρούχα, για να εμφυσήσει τον μέγιστο φόβο, είχε τρομοκρατήσει, είχε ταπεινώσει και βασανίσει τα θύματά του. Ο Μουρ είχε στραφεί στον φόνο μετά τον θάνατο της μητέρας του το 1994.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Η Λόρι Ζλεσίνσκι, μια 24χρονη που μόλις είχε αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο Auburn της Αλαμπάμα με πτυχίο Ψυχολογίας, εξαφανίστηκε ξαφνικά στις 10 Ιουνίου 2006. Θα πήγαινε στο σπίτι μιας φίλης για μια «βραδιά κοριτσιών» μαζί με άλλες φίλες από το πανεπιστήμιο, με ταινίες, πίτσα και ποτά. Η Λόρι τηλεφώνησε γύρω στις 6.30 μμ εκείνο το απόγευμα Σαββάτου στη φίλη της Λίντζι για να της πει ότι θα σταματούσε να ψωνίσει μπίρες πριν πάει στο σπίτι της, όπου θα μαζεύονταν όλες. Στο βάθος ακουγόταν μια άλλη φωνή, του Ρικ Ένις, με τον οποίο ήταν χρόνια φίλοι.

    Η Λόρι όμως δεν πήγε ποτέ στη βραδινή συγκέντρωση, ούτε ενημέρωσε σχετικά, πράγμα εντελώς ασυνήθιστο για εκείνη. Η αστυνομία ανέκρινε τον Ρικ Ένις. Ο Ρικ είχε γνωρίσει τη Λόρι τα χρόνια των σπουδών της και είπε στους ντετέκτιβ ότι καλλιεργούσαν μαζί μαριχουάνα. Ήταν μαζί της στο τρέιλερ τη μέρα που εξαφανίστηκε, αλλά υποστήριξε ότι ήταν μια χαρά όταν έφυγε, ίσως για να πουλήσει «χόρτο». Η αστυνομία, ωστόσο, δεν βρήκε κανένα στοιχείο ότι η Λόρι διακινούσε ναρκωτικά όταν ερεύνησε το τρέιλερ της -και αυτό ήταν κάτι αδιανόητο για τους γονείς και τους φίλους της.

    Το αυτοκίνητο της Λόρι βρέθηκε τέσσερις μέρες μετά την εξαφάνισή της, καμένο σε ένα αδιέξοδο κοντά στο μπόουλινγκ, όπου δούλευε ο Ρικ. Αυτό μετέτρεψε την υπόθεση εξαφάνισης σε πιθανή ανθρωποκτονία. Οι αστυνομικοί ανέκριναν ξανά τον Ρικ τη μέρα που βρήκαν το αυτοκίνητο της Λόρι, στις 14 Ιουνίου, και παρατήρησαν ανεξήγητες γρατσουνιές στα χέρια και τα μπράτσα του. Υπήρχε επίσης ασυνέπεια στις δηλώσεις του.

    Ο Ρικ Ένις κρίθηκε ένοχος για τη δολοφονία της Λόρι Ζλεσίνσκι. Σχεδόν 16 χρόνια μετά την εξαφάνιση της Λόρι, στις 14 Απριλίου 2022, καταδικάστηκε σε ισόβια χωρίς δυνατότητα αναστολής. Δεν του επιβλήθηκε η θανατική ποινή, που προβλέπεται από την Πολιτεία της Αλαμπάμα, επειδή αυτή ήταν η επιθυμία της μητέρας της Λόρι. Ο Ρικ Ένις είχε σκοτεινό παρελθόν, το οποίο ανακάλυψαν αργότερα οι αστυνομικοί ερευνητές. Όταν ήταν 12 ετών σκότωσε τη μητέρα και τον πατριό του στο τροχόσπιτό τους στο βόρειο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Η περίπτωση του Ρόμπερτ Χάνσεν και των εγκλημάτων του είναι μια χαρακτηριστική υπόθεση, σαν από βιβλίο για κατά συρροή δολοφόνους. Ο πράκτορας του FBI Τζον Ντάγκλας συνέβαλε καθοριστικά στη διαλεύκανσή της σκιαγραφώντας με εντυπωσιακές λεπτομέρειες το προφίλ του δολοφόνου.

    Ο Ρόμπερτ Χάνσεν ομολόγησε ότι δολοφόνησε 17 γυναίκες και βίασε άλλες 30 σε διάστημα 12 ετών. Καταδικάστηκε σε 461 χρόνια συν ισόβια κάθειρξη χωρίς αναστολή το 1984. Φυλακίστηκε στο Σούαρντ της Αλάσκας, όπου πέθανε το 2014.

  • Η υπόθεση του Τακαχίρο Σιράισι και των εγκλημάτων του πυροδότησε μεγάλη συζήτηση παγκοσμίως σχετικά με ιστότοπους στους οποίους συζητείται η αυτοκτονία. Την 1η Οκτωβρίου 2020, ο Τακαχίρο Σιράισι δήλωσε ένοχος για εννέα φόνους και στις 15 Δεκεμβρίου 2020 καταδικάστηκε σε θάνατο. «Ο δολοφόνος του Twitter» υποσχόταν ότι θα αυτοκτονήσει κι αυτός αλλά απέβλεπε μόνο στο δικό του όφελος: σεξ και χρήμα. Έχει δηλώσει ότι δε θα ασκήσει έφεση στην ποινή του. Η θανατική ποινή του Σιράισι οριστικοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 2021.

  • Η Λιάν Τίρναν ήταν μια 16χρονη μαθήτρια που έμενε με την οικογένειά της στο Λιντς της Αγγλίας. Στις 26 Νοεμβρίου 2000 είχε πάει με μια φίλη για χριστουγεννιάτικα ψώνια στο κέντρο της πόλης και λίγο πριν τις 5 μ.μ. τα κορίτσια επέστρεψαν με το λεωφορείο στη γειτονιά τους, το Μπρέιμλι. Οι δρόμοι τους χώρισαν στο τελευταίο κομμάτι της διαδρομής και η Λιάν πήρε το μονοπάτι για το σπίτι της, μέσα από μια δασώδη περιοχή. Όταν η φίλη της έφτασε στο σπίτι, τηλεφώνησε στο σπίτι των Τίρναν και απόρησε που η Λιάν δεν είχε φτάσει ακόμη. Στις 5.20 μ.μ., η μητέρα της Λιάν κάλεσε το κινητό της κόρης της, αλλά το τηλέφωνο χτυπούσε αρκετή ώρα και μετά κόπηκε. Όταν το ξανακάλεσε, το έκλεισαν σχεδόν αμέσως. Στις 7 μ.μ. κάλεσε την αστυνομία και δήλωσε την εξαφάνιση της κόρης της.

    Στις 20 Αυγούστου 2001 βρέθηκε το πτώμα της σε έναν κάδο, τυλιγμένο με πολλές σακούλες σκουπιδιών -εκεί είχε βρεθεί το 1992 άλλη μια δολοφονημένη γυναίκα. Η Λιάν αναγνωρίστηκε από τα δακτυλικά της αποτυπώματα στις 22 Αυγούστου 2001 και η έρευνα για την ανεύρεσή της έγινε πλέον έρευνα ανθρωποκτονίας. Το πτώμα της Λιάν είχε τυλιχθεί μέσα σε 9 πράσινες πλαστικές σακούλες απορριμμάτων ασφαλισμένες με σπάγκο, είχε μια μαύρη τσάντα απορριμάτων στερεωμένη γύρω από το κεφάλι της με ένα δερμάτινο κολάρο σκύλου και στη συνέχεια είχε τοποθετηθεί μέσα σε μια παπλωματοθήκη.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Ο Κρις Γουάτς καταδικάστηκε για τον στραγγαλισμό της συζύγου του Σάναν, 34 ετών, που ήταν έγκυος 15 εβδομάδων, και των κορών του, της Σελέστ 3 ετών και της Μπέλας 4 ετών.. Ο ίδιος είπε στους αστυνομικούς ότι είχε εξωσυζυγική σχέση. Δολοφόνησε τα θύματα στο σπίτι τους, μετέφερε τα πτώματα σε μια περιοχή με κοιτάσματα πετρελαίου, έθαψε τη σύζυγό σε έναν ρηχό τάφο και πέταξε τις σορούς των παιδιών του σε διαφορετικές δεξαμενές πετρελαίου.

    «Πρόκειται για το πλέον απάνθρωπο και σατανικό έγκλημα που έχω χειριστεί» υπογράμμισε ο δικαστής Μάρκελο Κοπκάου, με θητεία 17 ετών, στην κατάμεστη αίθουσα του δικαστηρίου της κομητείας Ουελντ.

    Ο ίδιος παραδέχθηκε την ενοχή του, ομολόγησε ότι σκότωσε την έγκυο σύζυγό του και τις δύο κόρες του γιατί με αυτόν τον τρόπο γλίτωσε τη θανατική ποινή, θα περάσει ωστόσο το υπόλοιπο της ζωής του στη φυλακή.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Το έγκλημα του Θανάση Αρβανίτη είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ψυχική υγεία του δράστη. Την Κυριακή 3 Αυγούστου 2008, ο 31χρονος μάγειρας περιφερόταν στη Σαντορίνη κρατώντας στο ένα χέρι το κεφάλι της γυναίκας του, της 25χρονης Αδαμαντίας Κάρκαλη, και στο άλλο ένα κουζινομάχαιρο. Ο Αρβανίτης ήταν σε κατάσταση αμόκ. Οι παράγοντες που δημιουργούν κίνδυνο για την εκδήλωση αμόκ περιλαμβάνουν: ιστορικό ψυχωτικής κατάστασης, προηγούμενα επεισόδια βίαιης συμπεριφορά ή απειλές βίας, πρόσφατες προσωπικές απώλειες, βίαιες απόπειρες αυτοκτονίας, καθώς και κάποιες διαταραχές προσωπικότητας. Στην περίπτωση του Αρβανίτη συνέτρεχαν όλοι σχεδόν οι παράγοντες.

    Ο Θανάσης Αρβανίτης καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για τη δολοφονία της γυναίκας του, σε κάθειρξη 25 ετών κατά συγχώνευση για απόπειρα ανθρωποκτονίας ενός αστυνομικού και δύο γιατρών και σε φυλάκιση δέκα ετών για οπλοφορία, οπλοχρησία, περιϋβριση νεκρού, διατάραξη συγκοινωνιών κ.ά.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Στις 2 Αυγούστου 1993 σε ένα μικρό χωριό έξω από τη Νέα Υόρκη, στη Σαβόνα, με λιγότερους από χίλιους κατοίκους, έγινε ένα έγκλημα που συγκλόνισε τις ΗΠΑ και είχε παγκόσμια προβολή. Ο 4χρονος Ντέρικ Ρόμπι βρέθηκε δολοφονημένος εκατό μέτρα από το σπίτι του. Αμέσως ενημερώθηκε η αστυνομία και άρχισε η αγωνιώδης έρευνα για το παιδί. Η αιτία θανάτου ήταν το αμβλύ τραύμα από την κοτρώνα και ασφυξία από στραγγαλισμό.

    Τις μέρες που ακολούθησαν ανακρίθηκαν γύρω στα 500 άτομα της περιοχής που ήταν συνδεδεμένα με σεξουαλικά εγκλήματα, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Το πρωί της 5ης Αυγούστου ένα 13χρονο αγόρι με κόκκινα μαλλιά και φακίδες, ο Έρικ Σμιθ, που τριγυρνούσε τη μέρα της δολοφονίας με το ποδήλατό του στην περιοχή, εμφανίστηκε στο αστυνομικό Τμήμα με τη συνοδεία της μητέρας του για να προσφέρει πληροφορίες για την έρευνα. Ο Σμιθ αποκάλυψε ότι είχε πάει τρεις-τέσσερις φορές στο πάρκο, αλλά δεν είχε δει τον Ντέρικ. Το ίδιο βράδυ, αστυνομικοί πήγαν στο σπίτι των Σμιθ και ζήτησαν από τον Έρικ να διευκρινίσει κάποιες αποκλίσεις που είχαν οι δηλώσεις του από εκείνες των άλλων μαρτύρων.

    Στις 6 Αυγούστου, σε κλίμα μεγάλης συγκίνησης, έγινε η κηδεία του Ντέρικ στη Σαβόνα. Δυο μέρες μετά, στις 8 Αυγούστου 1993, ο Έρικ Σμιθ ομολόγησε στη μητέρα του: «Εγώ σκότωσα το αγοράκι. Δεν ξέρω γιατί». Οι γονείς του ενημέρωσαν την αστυνομία το ίδιο βράδυ, λέγοντας ότι δεν είχαν ιδέα για την πράξη του γιου τους.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη

  • Η δολοφονία όλων σχεδόν των μελών της οικογένειας Λιν σε προάστιο του Σίδνεϋ στις 18 Ιουλίου 2009 συγκλόνισε την Αυστραλία και είναι γνωστή ως «Η Σφαγή της Οικογένειας Λιν». Τα θύματα ήταν ο 45χρονος ιδιοκτήτης πρακτορείου εφημερίδων Μιν Λιν, η 43χρονη σύζυγός του με την 39χρονη αδερφή της, και οι δυο γιοι του ζευγαριού ο 12χρονος Χένρι κι ο 9χρονος Τέρι. Η έφηβη κόρη της οικογένειας, η 15χρονη Μπρέντα, έλειπε σε σχολική εκδρομή στη Νέα Καληδονία.

  • Στις αρχές του 1972 στη Σάντα Κρουζ οι άνθρωποι άρχισαν να γίνονται καχύποπτοι με τους γείτονές τους. Ένας δολοφόνος που σκότωνε και διαμέλιζε κοπέλες υπήρχε ανάμεσά τους, όμως πρέπει να ζούσε μια πολύ παράξενη διπλή ζωή. Πού θα μπορούσε κάποιος να ακρωτηριάσει τόσο καλά αυτές τις γυναίκες χωρίς να τον δουν; Πώς μπορούσε κάποιος να είναι τόσο άρρωστος και να μην έχει δώσει κάποια ένδειξη επικίνδυνης συμπεριφοράς στην οικογένεια, τους φίλους ή τους γείτονές του; Την Τρίτη 24 Απριλίου χτύπησε το τηλέφωνο στο αστυνομικό Τμήμα της Σάντα Κρουζ. Μια βαθιά αντρική φωνή είπε: «Σκότωσα τη μητέρα μου και μια φίλη της, σκότωσα και τις έξι φοιτήτριες και μπορώ να σας δείξω πού βρίσκονται τα κομμάτια τους». Ήταν ο Ed Kemper.

    Συντελεστές
    Έρευνα - Κείμενο: Μιμή Φιλιππίδη
    Αφήγηση, Sound design, Ηχοληψία: Δάφνη Γερογιάννη