Bölümler
-
Ο Κώστας Κατσουλάρης προτείνει 10 φτενά πλην ζουμερά βιβλιαράκια που χωράνε όλα μαζί στη χούφτα του ενός χεριού. Το μεγαλύτερο είναι 100 σελίδες και το μικρότερο 40, ορισμένα είναι μικρά και στο ύψος, ενώ η ράχη τους, και των 10 μαζί, με δυσκολία φτάνει τα 10 εκατοστά. Κι όμως, το καθένα από αυτά είναι ένα διαμαντάκι στο είδος του.
-
Η λύση του προσωπικού μυστηρίου («τι ήθελε να μου πει η μητέρα με τα τελευταία λόγια της;») συναντά την υπαρξιακή αγωνία («ποιος είμαι, πού είναι το σπίτι μου;») καθώς το αίσθημα μιας συλλογικής απώλειας αναδεικνύεται μέσα από ανθρωπότυπους που χάνονται μαζί με την εποχή τους. Ο μανάβης των Σεπολίων και οι στρατιωτικοί που χορεύουν ζεϊμπέκικο αντικριστά συναντούν μορφές της αθηναϊκής ζωής. Ένα βιβλίο-επιστέγασμα, όπου όλες οι πλευρές του συγγραφέα συναιρούνται αρμονικά σε έναν καμβά προσωπικό και συνάμα πανανθρώπινο.
-
Eksik bölüm mü var?
-
Έφυγε πρόσφατα από τη ζωή, στα 92 του χρόνια, ο Θανάσης Βαλτινός. Πεζογράφος με πολλές περγαμηνές, μεταφραστής αρχαίων κειμένων που ανέβηκαν από τον Κουν, σεναριογράφος βραβευμένος στις Κάννες, διέπρεψε σε ό,τι καταπιάστηκε. Παράλληλα, υπήρξε άνθρωπος που δεν δίσταζε να αναλαμβάνει δημόσιους ρόλους: Πρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων κατ’ εξακολούθηση, Πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και Πρόεδρός της για ένα διάστημα, είναι ορισμένα από αυτά. Αναμφίβολα, μια διακριτή, αν όχι μοναδική περίπτωση για τα μεταπολεμικά ελληνικά γράμματα.
-
«Η κούκλα», είναι ένα ολιγοσέλιδο διήγημα, από τα πρώτα που δημοσίευσε. Μαρτυρά τις επιρροές της, όχι τόσο από τη μεγάλη της αγάπη, τη νεοζηλανδή Κάθριν Μάνσφιλντ, όσο από τον Αμερικανό προπάτορά της Έντκαρ Άλαν Πόε, ενώ στο βάθος διαφαίνεται ο Γκυ ντε Μωπασάν. Το διήγημα είναι ιδανική εισαγωγή στο έργο της Δάφνης ντι Μωριέ, όχι μονάχα επειδή το έγραψε στα είκοσί της, αλλά κι επειδή διαθέτει, συμπυκνωμένες, πολλές από τις αρετές της: Επίγνωση του τι συνιστά μια ωραία ιστορία, βάθος και πολυσημία των εικόνων, αίσθηση του τραγικού και του αλλόκοτου.
-
Το Deepfake έχει τον αέρα των καιρών, με συναίσθηση των ρηγμάτων που κλονίζουν το αίσθημα της πραγματικότητας γύρω μας, όχι μονάχα σε ό,τι αφορά τις αναπαραστάσεις της μέσα από τα Μέσα ή την Τέχνη, αλλά και μέσα στις καρδιές των ανθρώπων. Στο σύμπαν αυτό, οι επινοήσεις ενός φαρσέρ αντιμετωπίζονται με τη σοβαρότητα που αρμόζει στην υψηλή τέχνη. Οι καλές μέρες είναι πίσω, όπως και κάθε συλλογικός στόχος. Τι είναι αληθινό, και ακόμη, τι έχει σημασία; Κάποιες απαντήσεις, στο βιβλίο...
-
Ο Κώστας Κατσουλάρης μας μιλάει για ένα μυθιστόρημα το οποίο, αν και γράφτηκε πριν από τη βάρβαρη επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023, πριν από τα όσα φοβερά ακολούθησαν και συνεχίζονται στην Παλαιστίνη, αποτελεί χρησιμότατο και απολαυστικό ανάγνωσμα για να κατανοήσει κανείς τα ιστορικά θεμέλια του Ισραήλ, και πρωτίστως το ιδεολογικό και θεολογικό υπόστρωμα του μοιραίου Πρωθυπουργού του, του Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Για το μυθιστόρημα «Οι Νετανιάχου», ο αμερικανοεβραίος Τζόσουα Κόεν τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ.
-
Σε αυτό το επεισόδιο ο Κώστας Κατσουλάρης μας μιλάει για ένα θέμα που μας προβληματίζει πολύ τελευταία, συνήθως με τον τίτλο «άνοδος της ακροδεξιάς στη Γερμανία». Μόνο που η προσέγγιση εδώ δεν είναι δημοσιογραφική, το μονοπάτι που παίρνουμε μας οδηγεί στους ανθρώπους, μέσα από τους ανθρώπους, με τον τρόπο που μόνο ένα μυθιστόρημα μπορεί. Τίτλος του «Περί ανθρώπων», και συγγραφέας του η Γερμανίδα Γιούλι Τσε. Εδώ, ακόμη και ο ναζί γείτονας δεν είναι μονάχα αυτό που φαίνεται…
-
Σ΄αυτό το podcast ο συγγραφέας και κριτικός βιβλίων Κώστας Κατσουλάρης μοιράζεται τις σκέψεις του για τρία καλά σύγχρονα μυθιστορήματα, που σχετίζονται άμεσα με πρόσωπα και γεγονότα αυτού του καλοκαιριού. Οι συγγραφείς τους και το θέμα τους: Βασίλης Γκουρογιάννης και η εισβολή στην Κύπρο, Τζέιμς Βαν και η φτωχή λευκή Αμερική, Τζον Μάξγουελ Κουτσί και τα απαρτχάιντ του κόσμου τούτου. Βιβλία για την παραλία; Όχι, ακριβώς. Βιβλία για το καλοκαίρι; Φυσικά.
-
Η διαμάχη γύρω από τον σεξισμό σε βιβλία του Μ. Καραγάτση, ή για τα κριτήρια με τα οποία ζυγίζεται διαχρονικά η αξία ενός συγγραφέα, κινητοποίησε πολλούς επειδή ακριβώς δεν αφορούσε την αξία ενός βιβλίου ή ενός συγγραφέα, αλλά τις αξίες, τις ευαισθησίες και τις πεποιθήσεις μας ως πολίτες. Κι έκανε προφανές κάτι που ήδη γνωρίζουμε: ότι έχει ξεκινήσει ένας σκληρός πολιτισμικός πόλεμος, που παίρνει διάφορες μορφές και που συνοψίζεται στο εξής: Ποιος δικαιούται να ομιλεί και ποιος δικαιούται να είναι ορατός; Και ποιος το αποφασίζει;
-
Ένα μοναδικό στο είδος του βιβλίο από το οποίο, παρότι απευθύνεται προνομιακά στους ανθρώπους της γραφής, ο αναγνώστης θα αντλήσει μεγάλη απόλαυση, και ίσως βρει εδώ, με αφορμή τη γραφή, λίγη από τη σοφία των Μεγάλων. Είναι ένας μοναδικός αστερισμός που παίρνει το σχήμα που του δίνει ο καθένας μας, κι ακόμη κι αν δεν μας βοηθήσει να βρούμε τον δρόμο μας, στη γραφή ή στη ζωή, θα μας δώσει όλο το κουράγιο που χρειάζεται για να μην τον χάσουμε.
-
Κινδυνεύουν οι σύγχρονες δημοκρατίες; Πώς θα είναι σε 25 χρόνια από τώρα; Γιατί όλο και λιγότεροι άνθρωποι νιώθουν ότι η δημοκρατία δίνει λύσεις στα προβλήματά τους; Τι πρέπει να αλλάξει, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη; Τέτοια και άλλα πολλά ερωτήματα γεννά η ανάγνωση του νέου βιβλίου του κοινωνιολόγου Γιώργου Σιακαντάρη, ενώ ταυτόχρονα επιχειρούνται ορισμένες απαντήσεις και λύσεις. «Τελικά, ο βαθμός κατάκτησης της ελευθερίας, της ισότητας και της ευημερίας του ατόμου είναι το κριτήριο για την αξιολόγηση του κάθε πολιτισμού».
-
«Παιδιά που μεγαλώνουν κλεισμένα στα δωμάτιά τους. Ακούν μουσική με ακουστικά, συνθέτουν beats στον υπολογιστή και γράφουν μπάρες στα τετράδιά τους. Έχουν για οικογένεια τους φίλους τους και ζουν τη ζωή τους online». Και βέβαια, πανταχού παρούσα, η πόλη, που στην περίπτωση της μεγαλωμένης στην Τούμπα Σοφίας Νικολαΐδου δεν είναι άλλη από τη Θεσσαλονίκη, τη Σαλονίκη, τη Σαλούγκα ή Σολούν ή SKG, που τη νιώθουμε να πάλλεται κάτω από τις σόλες των εφήβων και των νέων, που άλλοτε σουλατσάρουν σε αυτήν σαν άρχοντες και άλλοτε τρέχουν στα στενά της σαν τρομαγμένα σκυλιά.
-
Γιατί αποστρεφόταν ο Στέφαν Τσβάιχ τους σύγχρονους χορούς, τον κινηματογράφο και το ραδιόφωνο; Πού συναντιώνται οι φόβοι για ομογενοποίηση στα χρόνια της παρακμής της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας με τις σημερινές εθνικιστικές τάσεις; Οι ανησυχίες που δημιουργεί η παγκοσμιοποίηση, ή η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, έχουν αληθινές βάσεις και δεν πρέπει να υποτιμούνται από τις ελίτ ή τους κοσμοπολίτες διανοούμενους. Αλλά όπως και στα χρόνια του Τσβάιχ, έτσι και σήμερα, ο εθνικισμός δεν είναι λύση αλλά καταστροφή.
-
Μιλάμε για το βιβλίο του καθηγητή Νίκου Παναγιωτόπουλου, «Μάθε, παιδί μου, γράμματα» (εκδ. Πεδίο), συνοπτική παρουσίαση της μεγάλης έρευνας «Παιδί και ανάγνωση». Θα βρούμε σχεδιαγράμματα, πίτες, θα δούμε πώς συσχετίζεται η οικονομική κατάσταση των γονιών με το πόσο και πώς διαβάζει ένα παιδί, αν σχετίζεται ή όχι το επάγγελμά τους, πόση σημασία έχει αν ζουν στην Αθήνα ή στην περιφέρεια, σε συνοικία όπου παράγονται προϊόντα πολιτισμικού κεφαλαίου ή όχι. Σημαντικό: θα βρούμε μια σειρά από συμβουλές που θα συνδράμουν «στη δημιουργία του γούστου της ανάγνωσης στα παιδιά».
-
Σε μια ανθρωπότητα 8 δισεκατομμυρίων με τεράστιες ενεργειακές ανάγκες τις οποίες ο ψηφιακός κόσμος αυξάνει, το να αρνείσαι τη μοναδική λύση που μπορεί να δώσει άφθονη, φτηνή και πρακτικά ακίνδυνη ενέργεια, είναι σκέτος παραλογισμός. Είπα, ακίνδυνη; Μα, φυσικά. Οι θάνατοι από πυρηνικά ατυχήματα, δεκαετίες τώρα, δεν συγκρίνονται ούτε με τους θανάτους από ατυχήματα στο σπίτι μέσα σε έναν μήνα. Είναι, πρακτικά, ελάχιστοι. Τι άλλο να πω; Διαβάστε το βιβλίο, «Ένας κόσμος χωρίς τέλος», και ή θα πειστείτε ή όχι. Σε κάθε περίπτωση, θα το διασκεδάσετε, γιατί είναι ένα γκράφικ νόβελ ευφυέστατο και εμπνευσμένο.
-
Η Μαντάμ Μποβαρί είναι η ιστορία μιας γυναίκας που τσακίστηκε πάνω στα κοινωνικά και ηθικά όρια που της επέβαλε η εποχή της, τα οποία προσπάθησε να υπερβεί. Ο Γκιστάβ Φλομπέρ δεν γράφει όμως για να δικαιώσει ή να καταγγείλει, αλλά για να καταδείξει. Τον ενδιαφέρουν, εκτός από την ψυχολογία της ηρωίδας του, πολλά άλλα πράγματα, εξού και ο υπότιτλος «Ήθη της επαρχίας». Μια φράση του μας λέει πολλά: «Η καημένη μου η Μποβαρί» γράφει κάπου, «υποφέρει και θρηνεί σε είκοσι χωριά της Γαλλίας συγχρόνως, ετούτη την ώρα».
-
Το σκάφος που λέγεται «ανθρωπότητα στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης» έχει απογειωθεί προς άγνωστη κατεύθυνση και στο πιλοτήριο είτε δεν βρίσκεται κανείς είτε βρίσκονται τόσοι πολλοί ταυτόχρονα ώστε το σκάφος να κινείται πρακτικά ακυβέρνητο. Απ’ όσα κατάλαβα διαβάζοντας το κατατοπιστικό βιβλίο του Γιώργου Χατζηβασιλείου «Η φιλοσοφία της Τεχνητής Νοημοσύνης» (εκδ. Διόπτρα), η ταχύτητα των αλλαγών ίσως ξεπερνά πλέον την ικανότητά μας να τις κατανοήσουμε, πόσο μάλλον να τις ελέγξουμε. Είναι ένα σημείο καμπής δίχως προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία.
-
Αν το κριτήριο ήταν η θεματική τόλμη, η ΜακΚάλλερς θα αναδεικνυόταν η πρωτοπόρος της μεταπολεμικής Αμερικανικής πεζογραφίας. Τι να θυμηθούμε; Το παράταιρο και τόσο συγκινητικό ζευγάρι του κωφάλαλου Σίνγκερ με τον ημίτρελο, Έλληνα, Σπύρο Αντωνόπουλο, στο Η καρδιά κυνηγάει μονάχη; Ή τον αντισυμβατικό έρωτα της Αμέλια με τον νάνο και καμπούρη εξάδερφο Λάιμον, και το δικό του πάθος για τον μοχθηρό Μάρβιν, στην Μπαλάντα του θλιμμένου καφενείου; Εδώ, στο Ανταύγειες σε χρυσά μάτια, το ταμπού είναι πιο ζόρικο: Ο κεντρικός ήρωας είναι στρατιωτικός και γκέι. Στη δεκαετία του 30, στον Νότο...
-
Η Μπουζάροφσκα είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, αφού ακόμη και η οικογενειακή ιστορία απηχεί τις βαθιές και περίπλοκες σχέσεις μας με το γειτονικό κράτος. Η μητέρα της είναι Ελληνίδα, όπως και μια θεία της, καταξιωμένη συγγραφέας. Η ίδια έχει λουστεί ποικιλοτρόπως το ντελίριο συμπατριωτών μας «Μακεδονομάχων», κάθε φορά που ερχόταν στη χώρα μας – που είναι και χώρα της. Αυτή η διάσταση στην ταυτότητά της αφήνει μικρό αποτύπωμα στη συγκεκριμένη συλλογή, αλλά ίσως εξηγεί εν μέρει γιατί άγγιξε τόσο πολύ το ελληνικό κοινό: Διηγήματα από εντελώς άγνωστη συγγραφέα, και μάλιστα από την «ακατανόμαστη» χώρα του βορρά μας, και να γίνονται μπεστ σέλερ, δεν είναι κάτι αναμενόμενο ή σύνηθες. Πώς εξηγείται;
-
Διαβάζοντας τη Φάρσα σήμερα δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι είναι γραμμένη από γυναίκα, με ηρωίδες γυναίκες, στο μυαλό των οποίων θάλλουν πολλές άλλες γυναίκες, που γελοιοποιούν την πατριαρχία, κι ας επιθυμούν άντρες. Είναι ένας φεμινισμός ανατρεπτικός και γελαστικός, καθόλου βλοσυρός και καταγγελτικός: δεν ζητάει, δεν εκλιπαρεί, αλλά κάνει πράξη αυτό που θέλει. Αυτή η επιτελεστική διάσταση, αυτό που κάνει δηλαδή κι όχι αυτό που λέει το μυθιστόρημα, το φέρνει κοντά στις πλέον ριζοσπαστικές φωνές της γυναικείας εμπειρίας σήμερα. Απόσπασμα από το βιβλίο διαβάζει η συγγραφέας.
- Daha fazla göster